ζωογεωγραφία

ζωογεωγραφία
Κλάδος της ζωολογίας που ασχολείται με την κατανομή των ζώων στην επιφάνεια της Γης και στα νερά. Για τις έρευνές της, η ζ. συνεργάζεται με άλλες επιστήμες, όπως με τη φυσική γεωγραφία (με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το κλίμα, την ωκεανογραφία, την υδρογραφία, τη γεωμορφολογία και τη φυτογεωγραφία), τη βοτανική, την παλαιογεωγραφία, την παλαιοντολογία και την οικολογία, για να εξάγει όλα τα απαραίτητα στοιχεία σχετικά με τη μελέτη της εξάπλωσης των ζωικών ειδών, ανατρέχοντας ακόμα και σε ιστορικά γεγονότα –όπως οι μεγάλες μη περιοδικές μαζικές μεταναστεύσεις– που συνετέλεσαν στην κατανομή της σημερινής πανίδας. Συνήθως εξετάζονται ευρύτατες οικολογικές επικράτειες, όπως της θάλασσας (θαλασσόβια), των γλυκών νερών (λιμνόβια), της χέρσου ή αερόβια (η τελευταία λέγεται και γεώβια από μερικούς επιστήμονες, που χρησιμοποιούν τον όρο αερόβια μόνο για τα ιπτάμενα ζώα). Στο θαλάσσιο περιβάλλον, με το οποίο ασχολείται η θαλασσοβιολογία, αντιπροσωπεύονται όλοι οι τύποι του ζωικού βασιλείου και μερικές αποκλειστικές ομάδες, όπως τα εχινόδερμα, τα κεφαλόποδα και τα χιτωνόζωα. Οι αερόβιες και λιμνόβιες επικράτειες δεν έχουν, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και με ελάχιστους αντιπροσώπους, αποκλειστικά φύλα ή ομοταξίες, παρουσιάζουν όμως μερικά μικρότερα χαρακτηριστικά συγκροτήματα που λείπουν σε άλλα περιβάλλοντα. Στην κατανομή των ζώων, διαπιστώνονται πολύ παράδοξες ασυνέχειες: παραδείγματος χάριν, από τα 4 είδη ταπίρων που ζουν σήμερα, τα τρία βρίσκονται στην Κεντρική και Νότια Αμερική, ενώ το άλλο ζει στην Ταϊλάνδη, στη Μαλαϊκή χερσόνησο, στη Σουμάτρα και στο Βόρνεο. Οι πρωτεΐδες, οικογένεια των ουροδελών αμφιβίων, συναντώνται μόνο στις ανατολικές περιοχές των ΗΠΑ με ένα γένος και με ένα άλλο στα υπόγεια νερά του Καρστ και της Δαλματίας. Η παλαιοντολογία έχει πράγματι αποδείξει ότι διάφορες ομάδες ζώων, που σήμερα είναι εντοπισμένες σε περιορισμένες περιοχές, ήταν κάποτε εξαπλωμένες σε πολύ ευρύτερες. Σχετικά με την περίπτωση αυτή αναφέρεται η εξαφάνιση των μαρσιποφόρων από την Ασία και την Ευρώπη, όπου, σε πολύ μακρινούς χρόνους, ήταν διαδεδομένα σε εκτεταμένες ζώνες. Αξιοσημείωτο ενδιαφέρον παρουσιάζουν γενικά οι πανίδες των νησιών. Σε μερικά από αυτά διατηρούνται οι μοναδικοί αντιπρόσωποι ομάδων που κάποτε ήταν διαδεδομένες σε ευρύτατες περιοχές, όπως ο σφηνόδους ο στικτός που ζει σήμερα μόνο σε λίγες νησίδες κοντά στη Νέα Ζηλανδία. Σε άλλα νησιά συναντώνται ομάδες πολύ διαφοροποιημένες, με μορφές που δεν μπορούν να εκδηλωθούν φυσιολογικά στις ηπείρους.
* * *
η
κλάδος τής βιογεωγραφίας που ασχολείται με τη γεωγραφική, οικολογική κατανομή τών ζώων στη γη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. zoogeography < zoo (πρβλ. ζω(ο)- [ΙΙ]*) + -geography (πρβλ. γεωγραφία)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ζωογεωγραφία — η κλάδος της βιοζωολογίας, που ασχολείται με τη μελέτη της γεωγραφικής διασποράς των ζώων στη Γη, καθώς και με την έρευνα των αιτίων της …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • βιογεωγραφία — Η επιστήμη που ασχολείται με τη γεωγραφική εξάπλωση των έμβιων όντων. Διακρίνεται στη ζωογεωγραφία και στη φυτογεωγραφία. Η β. δεν επιδιώκει απλώς να γνωρίσει και να κατατάξει σε πίνακες τα έμβια είδη στις ιδιαίτερες περιοχές τους, αλλά αναζητά… …   Dictionary of Greek

  • -γραφία — β συνθετικό θηλ. ουσιαστικών τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής από τα οποία τα περισσότερα προέρχονται από αντίστοιχα σύνθετα σε γράφος* και δηλώνουν: α) τρόπο γραφής ή εκτυπώσεως (πρβλ. δακτυλογραφία, στενογραφία κ.ά.) β) είδος… …   Dictionary of Greek

  • γεωγραφία — Επιστήμη της οποίας αντικείμενο είναι η σπουδή και η περιγραφή της επιφάνειας της Γης και των φαινομένων που παρατηρούνται σε αυτήν. Σκοπός της γ., τόσο σήμερα όσο και κατά το παρελθόν, είναι να δώσει μία περιγραφή της Γης – αυτό άλλωστε… …   Dictionary of Greek

  • ζω(ο)- — (I) (AM ζω[ο] ) α συνθετικό λέξεων που δηλώνει ότι το β συνθετικό α) αναφέρεται στη ζωή ή έχει σχέση με τη ζωή («ζωοπάροχος», «ζωοπλάσσω») β) αναδίδει ζωή ή ζωτικότητα («ζωομύριστος», «ζωπυρίς»). [ΕΤΥΜΟΛ. Στην Αρχαία Ελληνική ζω(ο) (Ι) είναι τ.… …   Dictionary of Greek

  • ζωογεωγραφικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη ζωογεωγραφία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. zoogeographic < zoo (πρβλ. ζω(ο) [ΙΙ]*) + geographic (πρβλ. γεωγραφικός)] …   Dictionary of Greek

  • ζωολογία — Κλάδος της βιολογίας που μελετά τα ζώα, είτε στις διάφορες μορφές και εκδηλώσεις τους είτε στις αμοιβαίες σχέσεις με τα όμοιά τους και με το περιβάλλον. Όπως προκύπτει από τον τόσο ευρύ ορισμό, η ζ. περιλαμβάνει διάφορους κλάδους. Με τις μορφές… …   Dictionary of Greek

  • ζωογεωγραφικές περιοχές — Περιοχές κατανομής των ζωικών οργανισμών στην επιφάνεια της Γης. Διακρίνονται με βάση την εργασία του ζωογεωγράφου Γουάλας ο οποίος διέκρινε τις εξής βιογεωγραφικές περιοχές: την παλαιοαρκτική που περιλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της Ευρασίας.… …   Dictionary of Greek

  • πάγοι ενδοχωρικοί — (απόδοση του σουηδικού όρου inlandsis). Οι ηπειρωτικοί πάγοι οι οποίοι καλύπτουν τις πολικές περιοχές. Το πάχος του παγετώδους αυτού καλύμματος μπορεί να φτάσει τα 2.000 3.000 μ. και ο σχηματισμός του καθορίζεται όχι τόσο από την ένταση των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”